Ποίηση

Eugenio Montale (1896 – 1981):

Ιταλός ποιητής, κριτικός της λογοτεχνίας και μεταφραστής. Από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ερμητισμού (της ιταλικής εκδοχής του Μοντερνισμού). Άρχισε να σπουδάζει φιλολογία στη γενέτειρά του, τη Γένοβα, σύντομα όμως εγκατέλειψε τις σπουδές του. Διώχτηκε από το φασιστικό καθεστώς. Υπήρξε συνιδρυτής λογοτεχνικού περιοδικού, επί χρόνια διευθυντής φιλολογικού κέντρου στη Φλωρεντία και δημοσιογράφος σε μεγάλη εφημερίδα του Μιλάνου, όπου δημοσίευε τις κριτικές του. Το 1975 του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Κυριότερες ποιητικές συλλογές: Κόκαλα σουπιάς (1925), Οι ευκαιρίες (1939), Η καταιγίδα (1956), Ο κορεσμός (1971). Κριτικά κείμενα: Για την ποίηση (1976), Πρεμιέρες στη Σκάλα (1981).

 

Λίγα λόγια για το έργο

Το ποίημα Μεσόγειος ανήκει σε μια από τις σημαντικότερες ποιητικές συλλογές του ποιητή, με τίτλο Κόκκαλα σουπιάς. Στο ποίημα αντικατοπτρίζεται το παραθαλάσσιο τοπίο της Λιγουρίας. Συμφώνα με τον ποιητή ο άνθρωπος είναι άρρηκτα δεμένος  με τη φύση και ιδιαίτερα με τη θάλασσα, αφού τη θαυμάζει και προσπαθεί να αντλήσει δύναμη από αυτήν και από την απεραντοσύνη της. Μέσα στο ποίημα παρατηρούμε τις διακυμάνσεις στις κινήσεις της αλλά και τα διάφορα πρόσωπά της, που κλιμακώνονται, καθώς περνά από την τρικυμία  στη γαληνή.

Μεσόγειος

Θάλασσα παλιά, με μέθυσε η φωνή

που από τα στόματά σου βγαίνει, όταν ανοίγουν

σαν πράσινες καμπάνες, κι ύστερα ξανά

οπισθοχωρούν και σβήνουν.

Το σπίτι των παλιών καλοκαιριών μου

κοντά σου ήταν, το ξέρεις,

εκεί στη χώρα που ψήνει ο ήλιος

και τα κουνούπια συννεφιάζουν τον αέρα.

Σαν και τότε, σήμερα πέτρα γίνομαι μπροστά σου,

θάλασσα, όμως δε θεωρούμαι πια άξιος

για το προμήνυμα το επίσημο

που κλείνει η αναπνοή σου: εσύ πρώτη μου ’χες πει

πως η μικρή ζύμωση

μες στην καρδιά μου ήταν μια στιγμή

της δικής σου· πως κατά βάθος ήταν ριψοκίνδυνος

για μένα ο δικός σου νόμος:

να είμαι πλατύς και πολυπρόσωπος

κι ωστόσο σταθερός

κι έτσι από καθετί ακάθαρτο ν’ αδειάζω

όπως συνηθίζεις εσύ, που ρίχνεις στις ακτές,

ανάμεσα σε φελλούς, φύκια και σταυρούς

τα άχρηστα απομεινάρια του αβυσσαλέου βυθού σου.

 

Mediterraneo

Antico (mare), sono ubriacato dalla voce

ch'esce dalle tue bocche quando si schiudono

come verdi campane e si ributtano 

indietro e si disciolgono.

La casa delle mie estati lontane,

t'era accanto, lo sai,

là nel paese dove il sole cuoce

e annuvolano l'aria le zanzare.

Come allora oggi in tua presenza impietro,

mare, ma non piú degno 

mi credo del solenne ammonimento

del tuo respiro. Tu m'hai detto primo

che il piccino fermento

del mio cuore non era che un momento

del tuo; che mi era in fondo

la tua legge rischiosa: esser vasto e diverso

e insieme fisso:

e svuotarmi cosí d'ogni lordura

come tu fai che sbatti sulle sponde

tra sugheri alghe asterie

le inutili macerie del tuo abisso.

 

Mediterranean

Ancient one, I am drunk with the voice that issues

from your mouths when they open like green bells

and retreat anddissolve.

The house of my distant summers,

as you know, belonged to you,

there in that land where the sun scorches

and clouds the air with mosquitoes

Stunned in your presence now, sea, as I once was,

but no longer worthy, I think of the solemn admonishment of your

breath.

You first taught me

that my heart’s insignificant ferment

was only an instance of yours –

that deep down your hazardous law was mine:

to be vast and diverse

but cohere:

and so purge myself of every ordure

as you do, hurling on shore

among corks seaweed starfish

                                                                                          the useless rubbish of your abyss.                                                                                                                                           

                                                                                                                            Γρηγοριάδου Κατερίνα, Πεταλάς Αλέξανδρος, Τσορμπαζίδου Χριστίνα

Νέα

Αυτός το πεδίο είναι κενό.

Ετικέτες

Η λίστα ετικετών είναι κενή.