ΠΟΙΗΣΗ

 Fernando António Nogueira de Seabra Pessôa, 1888 - 1935: 

Πορτογάλος ποιητής και συγγραφέας. Έχασε νωρίς τον πατέρα του και μετακόμισε με την οικογένειά του στη Νότια Αφρική, όπου απέκτησε μια στέρεη αγγλική λογοτεχνική παιδεία. Το 1905 επέστρεψε στην Πορτογαλία και, μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα να σπουδάσει φιλολογία στη Λισαβώνα, εγκατέλειψε τις σπουδές του και ασχολήθηκε με το εμπόριο. Αντιπρόσωπος διάφορων εμπορικών οίκων στη Λισαβώνα, έζησε μια ζωή μοναχική, συγκατοικώντας αρχικά με τη θεία του και αργότερα με την ετεροθαλή αδελφή του.

Το μεγαλύτερο μέρος του σπουδαίου έργου του έμεινε αδημοσίευτο ως το θάνατο του. Ως τότε, ο Πεσσόα είχε δημοσιεύσει το πρώτο του βιβλίο στα Πορτογαλικά, δύο πλακέτες με αγγλικά ποιήματα, καθώς και μερικά λογοτεχνικά και πολιτικά μανιφέστα. Ήταν επίσης γνωστός ως εκδότης της επιθεώρησης Athena (1924-25) και ως συνεργάτης σε διάφορα πρωτοποριακά έντυπα, κυρίως στο Orpheu (1915), όργανο του μοντερνιστικού κινήματος.

Μετά το θάνατό του τα άπαντά του εκδόθηκαν σε 8 τόμους, υπογεγραμμένα με τα ψευδώνυμα που χρησιμοποιούσε κατά καιρούς: του "Αλβέρτο Καρέιρο", του "Αλβάρο δε Κάμπος" και του "Ρικάρδο Ρέις"'.

Χαρακτηριστικά της φιλοσοφίας του για τη ζωή είναι τα παρακάτω λόγια: «Με τον ίδιο τρόπο που πλένουμε το κορμί μας, θα έπρεπε να πλένουμε και το πεπρωμένο μας, να αλλάζουμε ζωή όπως αλλάζουμε ρούχα – όχι για λόγους επιβίωσης, όπως κάνουμε όταν τρώμε ή κοιμόμαστε, μα με εκείνο το σεβασμό που έχουμε σαν τρίτοι απέναντι στον εαυτό μας».

 
 
Ο Αδαμάστωρ, γλυπτό του  Júlio Vaz Júnior, Λισαβώνα

 

Το μήνυμα IV - Ο Αδαμάστωρ

Το πλάσμα

Το πλάσμα που ζει στο τέλος της θάλασσας

Σηκώθηκε μέσα στην κατάμαυρη νύχτα για να πετάξει τριγύρω

Γύρω από το πλοίο πέταξε τρεις φορές,

Πέταξε τρεις φορές με ένα τρίξιμο,

 

Και είπε: «Ποιος είναι αυτός που τόλμησε να ηχήσει

Στις σπηλιές μου που ποτέ δεν είδε ο ήλιος,

Στις μαύρες μου στέγες στο τέλος του κόσμου;»

 

Και ο άντρας στο πηδάλιο είπε,  με ένα ρίγος,

«Ο Βασιλιάς  Ιωάννης ο Δεύτερος!»

«Ποιανού τα πανιά ταράζουν το πέρασμά μου;

Το βλέπω, το ακούω -  ποιανού το σκάφος,  ποιανού το πλοίο;»

Το πλάσμα είπε και παραμόνεψε τριγύρω τρεις φορές,

 

Τρεις φορές παραμόνεψε τριγύρω, αισχρό και πελώριο,

«Ποιος έρχεται να γίνει ο κύριος εκεί  που εγώ κυριαρχώ,

Να ζήσει εκεί όπου κανείς δεν πρέπει εμένα να αντικρύσει

Καθώς σταλάζω  τον τρόμο του απύθμενου βάθους;»

 

Και ο άντρας στο πηδάλιο ρίγησε  και είπε,

«Ο Βασιλιάς  Ιωάννης ο Δεύτερος!»

Τρεις φορές σήκωσε τα χέρια του από το πηδάλιο,

Τρεις φορές άρπαξε ξανά το πηδάλιο σφιχτά

 

Και είπε, αφού ρίγησε τρεις φορές,

«Εδώ στο πηδάλιο είμαι περισσότερα από ό,τι είμαι εγώ:

Είμαι ο Λαός  που πρόκειται να εξημερώσει τη θάλασσά σου,

Περισσότερο κι από το πλάσμα, τον τρόμο της ψυχής μου,

 

Που παραμονεύει στο σκοτάδι στο τέλος του κόσμου -

Είναι η βούληση  που με δένει στο τιμόνι,

Του Βασιλιά Ιωάννη του Δεύτερου!»

 

 

Mensagem IV - O Adamastor
O Mostrengo
O mostrengo que está no fim do mar
Na noite de breu ergueu-se a voar;
À roda da nau voou três vezes,
Voou três vezes a chiar,

E disse: «Quem é que ousou entrar
Nas minhas cavernas que não desvendo,
Meus tectos negros do fim do mundo?»

E o homem do leme disse, tremendo:
«El-Rei D. João Segundo!»
«De quem são as velas onde me roço?
De quem as quilhas que vejo e ouço?»
Disse o mostrengo, e rodou três vezes,

Três vezes rodou imundo e grosso.
«Quem vem poder o que só eu posso,
Que moro onde nunca ninguém me visse
E escorro os medos do mar sem fundo?»

E o homem do leme tremeu, e disse:
«El-Rei D. João Segundo!»
Três vezes do leme as mãos ergueu,
Três vezes ao leme as reprendeu,

E disse no fim de tremer três vezes:
«Aqui ao leme sou mais do que eu:
Sou um povo que quer o mar que é teu;
E mais que o mostrengo, que me a alma teme

E roda nas trevas do fim do mundo,
Manda a vontade, que me ata ao leme,
De El-Rei D. João Segundo!»

 

The Message IV – The Adamastor

The thing  

The thing who lives at the sea's end
Rose in the pitch night to fly round;
Around the ship he flew three times,
Flew three times with a creaking sound,

And said, "Who is it has dared sound
My caverns, which I never unshadow,
My black roofs of the world's end?"

And the man at the helm said, with a shudder,
"The King, Dom Joao Segundo!"
"Whose are the sails my webs brush past?
I see, I hear - whose hulls, whose masts?"
The thing said, and prowled round three times,

Three times prowled round, obscene and vast,
"Who's come to be master where I live master,
Live where of me none may catch sight
As I ooze the terrors of deep without end?"

And the man at the helm shuddered, and said,
"The King, Dom Joao Segundo!"
Three times he raised his hands from the helm,
Three times again gripped the helm firm

And said, when he had shuddered three times,
"Here at the helm I am more than I am:
Am a People - your sea which it means to tame;
More than the thing, my soul's terror,

Who prowls in the dark of the world's end -
Is the will, which ties me to the tiller,
Of the King, Dom Joao Segundo.

                                                                                                                                                                       Αμαξοπούλου Αρετή, Καπούτση Σύρμω

 

Sophia de Mello Breyner Andresen (Πόρτο, 1919 - Λισαβόνα, 2004): 

βραβευμένη ποιήτρια και συγγραφέας. Έλαβε μια αυστηρή καθολική ανατροφή και παρέμεινε ένθερμη πιστή μέχρι το τέλος της ζωής της. Το 1946 παντρεύτηκε τον δικηγόρο και πολιτικό Sousa Tavares και απέκτησαν μαζί πέντε παιδιά. Μετά την Επανάσταση των Γαρυφάλλων, το 1974, έκανε ένα σύντομο πέρασμα από την πολιτική ως βουλευτής του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Το 1999 έγινε η πρώτη γυναίκα που λαμβάνει το υψηλότερο βραβείο για την πορτογαλική ποίηση, το Βραβείο Καμόες. Είναι εξάλλου η δεύτερη γυναίκα που τιμάται από το εθνικό κοινοβούλιο της Πορτογαλίας μετά την Amalia Rodrigues. 

Η ίδια αναφέρει σε συνέντευξή της: "Ποίηση για μένα είναι η κατανόηση του σύμπαντος, η συμμετοχή μου στην πραγματικότητα, η συνάντησή μου με φωνές και εικόνες". Η θάλασσα είναι ίσως το πιο κεντρικό θέμα στα ποιητικά έργα της. Άλλα επαναλαμβανόμενα θέματα είναι η ελληνική αρχαιότητα και οι ιδέες της ελευθερίας και της δικαιοσύνης.

Η ποίησή της έχει μεταφραστεί  στις περισσότερες γλώσσες του κόσμου. 

 

Ποίηση Ι

Ι

Από όλες τις γωνιές του κόσμου

Αγαπώ με μια ισχυρότερη και βαθύτερη αγάπη αυτή την παραλία, μαγεμένη και γυμνή

όπου γίνομαι ένα με τη θάλασσα, τον άνεμο και το φεγγάρι.

ΙΙ

Μυρίζω η γη, τα δέντρα και τον άνεμο

που η άνοιξη γεμίζει με άρωμα

Αλλά σε αυτά θέλω μόνο και μόνο βλέπω

την άγρια εκπνοή των κυμάτων

να ανεβαίνει στα αστέρια ως  καθαρή κραυγή.

 

Poesia I

I

De todos os cantos do mundo
Amo com um amor mais forte e mais profundo
Aquela praia extasiada e nua
Onde me uni ao mar, ao vento e à lua.

II

Cheiro a terra, as árvores e o vento

que a Primavera enche de perfumes

Mas neles sò quero e sò procuro

a selvagem exalação das ondas

subindo para os astros como um grito puro.

 

Poetry I
I
Of all the corners of the world
I love with a stronger and deeper love that beach, enraptured and bare
Where I become one with the sea, the wind and the moon.

II

I smell the land, the trees and the wind
That the Spring fills with perfume
But in them I only want and only look
For the wild exhalation of the waves
Rising to the stars as a pure cry.

                                                                                                                                                                                                        Ριζούδη Μαρία

 

 

Νέα

Αυτός το πεδίο είναι κενό.

Ετικέτες

Η λίστα ετικετών είναι κενή.